ἐπιγράφεις

ἐπιγράφεις
ἐπιγράφω
mark the surface
pres ind act 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ἐπιγραφεῖς — ἐπιγράφω mark the surface aor subj pass 2nd sg (epic) ἐπιγραφεύς inscriber masc acc pl ἐπιγραφεύς inscriber masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιγραφείς — ἐπιγράφω mark the surface aor part pass masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μέτοικος — Στην αρχαία Αθήνα μ. ονομάζονταν οι μόνιμα εγκατεστημένοι ξένοι, ελληνικής ή βαρβαρικής καταγωγής, που δεν είχαν τα πολιτικά δικαιώματα των Αθηναίων. Οι μ. έλεγχαν το εμπόριο και τη βιοτεχνία, ενώ συνετέλεσαν καθοριστικά στην οικονομική άνθηση… …   Dictionary of Greek

  • επιγράφω — επέγραψα, επιγράφηκα και επιγράφτηκα, επιγραμμένος, μτβ. 1. γράφω κάτι πάνω σε κάτι άλλο, χαράζω επιγραφή (ιδίως σε μνημείο). 2. δίνω τίτλο σε σύγγραμμα ή έργο του λόγου γενικά: Πώς επιγράφεις το ποίημά σου; 3. γράφω σε επιστολή το όνομα και τη… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”